Επίκαιρη διάλεξη για την Κυπριακή Οικονομία στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Η σημερινή οικονομική καταστροφή είναι χειρότερη από αυτήν του 1974. Πέρα από το οικονομικό θαύμα, μετά την Τουρκική εισβολή και κατοχή, υπήρξε και πολιτικό θαύμα, με τη διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αλλά η απουσία αφηγηματικής επεξήγησης και μεγάλα σφάλματα, οδήγησαν τον τόπο σε απίστευτη κρίση. Τα χειρότερα μάλιστα ακόμα δεν έχουν έρθει.
Αυτά ήταν μερικά μόνο από τα πολλά που τονίσθηκαν στη διάρκεια της διάλεξης του Ανδρέα Θεοφάνους, καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας και Προέδρου του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, με θέμα «Κυπριακή Οικονομία – πώς φθάσαμε από το οικονομικό θαύμα στο κούρεμα;»
Ο ομιλητής ξεκίνησε επισημαίνοντας πως η μη κατάρρευση της οικονομικής δραστηριότητας, παρά τις αντίξοες συνθήκες της ημικατοχής και της απώλειας ή της καταστροφής τεράστιων φυσικών πόρων και πηγών πλούτου, αποτελεί, κάτω από τις περιστάσεις, ιστορικό επίτευγμα. «Δεν παραβλέπουμε, επίσης, το γεγονός ότι η κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και η διεθνής αναγνώριση της είναι αλληλένδετες με την οικονομική ανάκαμψη», τόνισε προσθέτοντας πως τα κύρια χαρακτηριστικά που επικρατούσαν μετά τον τερματισμό των Τουρκικών στρατιωτικών επιχειρήσεων ήταν η ανασφάλεια, η ηττοπάθεια, η αβεβαιότητα, η κατάρρευση της Κυπριακής οικονομίας και οι τάσεις φυγής των Ελληνοκυπρίων (περίπου 70.000).
«Το οικονομικό θαύμα συνδεόταν άμεσα με την επιβίωση και τη συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Την επαύριο της καταστροφής, οι Ελληνοκύπριοι αντελήφθησαν ότι, ενώ είχαν χάσει τη μάχη στο στρατιωτικό πεδίο, θα ήσαν μοιραία καταδικασμένοι αν αποτύγχαναν και στον οικονομικό τομέα», συνέχισε.
Πέρα από τις ευνοϊκές διεθνείς συγκυρίες για την Κύπρο, που είχαν ο εμφύλιος πόλεμος στον Λίβανο , ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ και η μείωση στη τιμή του πετρελαίου, η αναπτυξιακή πορεία στηρίχθηκε, στον τουρισμό, την επέκταση του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα μέσα από μια επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, την οικοδομική βιομηχανία, τις εξαγωγές αγροτικών και ελαφρών βιομηχανικών προϊόντων, αρχικά κυρίως στις αραβικές χώρες (1974 – 1984), και τη σταδιακή μεγέθυνση των υπηρεσιών, κυρίως μεταξύ 1984 – 1994.Η ξένη βοήθεια, παρ’ ότι σημαντική δε θεωρείται καθοριστικής σημασίας, από την οικονομική τουλάχιστον σκοπιά.
Όμως, παρά τη γενικά πετυχημένη πορεία της οικονομίας, δεν υπήρχαν μακροπρόθεσμος προγραμματισμός, προοπτική και χρήση της επιστημονικής γνώσης. «Η μη προγραμματισμένη τουριστική ανάπτυξη δεν σεβάστηκε το περιβάλλον. Δυστυχώς επικράτησε η απερισκεψία, η νοοτροπία του εύκολου πλουτισμού, ενώ άρχισαν να παρατηρούνται ρωγμές στην κοινωνική συνοχή. Στην περίοδο 1984 – 1994,αρχίζουν να εκδηλώνονται, με αυξητική τάση, αρκετά οικονομικά σκάνδαλα. Ο ευδαιμονισμός και ο εφησυχασμός, αποπροσανατόλισαν το λαό από τις σκληρές πραγματικότητες της ημικατοχής, ενώ η επιδίωξη θέσεων στο Δημόσιο, που θα έπρεπε να πηγάζει από το αίσθημα της προσφοράς, κατάντησε να αποτελεί το όραμα του σημερινού Κυπρίου, για βόλεμα. Παράλληλα οι πολίτες ενεπλάκησαν σε μια πελατειακή σχέση με τα πολιτικά κόμματα και άλλους παράγοντες και φορείς εξουσίας, ενώ η αναβάθμιση της πνευματικής καλλιέργειας δεν συμβάδισε με την αύξηση της υλικής ευμάρειας», ανέφερε.
Ο δρ. Θεοφάνους, στη συνέχεια μίλησε για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, τονίζοντας πως δεν κατανοήθηκε ποτέ ότι η συμμετοχή στην ΕΕ και την Ευρωζώνη καθώς και η ένταση της παγκοσμιοποίησης, απαιτούσαν ένα αποτελεσματικό κράτος. «Οι επιτυχίες, τόσο οι πραγματικές, όσο και οι φαινομενικές οδήγησαν στην αλαζονεία όσο και την πλεονεξία», τόνισε. Αναφέρθηκε επίσης σε ένα ανεπαρκές πολιτικο – οικονομικο – κοινωνικό σύστημα που δεν κατανόησε τους κανόνες του παιγνιδιού, σε μια κοινωνία όπου με τον υπερκαταναλωτισμό ως αξία οδηγήθηκε σε « αδυσώπητες υπερβολές με τρομερό κόστος» και σε παράλογες αυξήσεις, προσαυξήσεις, ΑΤΑ και προαγωγές, ανεξάρτητα των οικονομικών συνθηκών.
Μίλησε για απόλυτη κρίση στον Τραπεζικό τομέα και τις ευθύνες των εποπτικών Αρχών, τις τραγικές συνέπειες από την έκρηξη στο Μαρί, το κούρεμα του Ελληνικού χρέους και των πρωτοφανών ζημιών στις τράπεζες της Κύπρου, την απουσία αφηγηματικής επεξήγησης – με τη δημιουργία κακού ονόματος για την Κύπρο – και στο ότι ενώ το κούρεμα των καταθέσεων ήταν γνωστό σε σημαντικά στελέχη της κυβέρνησης και του ευρύτερου πολιτικού συστήματος, οι βαρύτατες ευθύνες ακόμα δεν έχουν καταλογισθεί.
Ο δρ.Θεοφάνους, εκτίμησε πως ακόμα δεν έχουν έρθει τα χειρότερα, καθώς συνεχίζεται η οικονομική συρρίκνωση. Παρόλα αυτά, « υπάρχουν εργαλεία εξόδου από την κρίση, αφού σήμερα πνέει ένας διαφορετικός άνεμος στην Ευρώπη». Τόνισε πως είναι επιτακτική ανάγκη μια εναλλακτική οικονομική προσέγγιση, που θα μπορέσει να αντιστρέψει το όλο κλίμα και την αρνητική ψυχολογία και ζήτησε ουσιαστική ανανέωση των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων του τόπου με την παράλληλη προώθηση ενός νέου αξιακού συστήματος.
Ακολούθησαν καταθέσεις απόψεων από πρώην ανώτατους οικονομικούς και διπλωματικούς λειτουργούς της Κύπρου και σειρά ερωτήσεων από το κοινό. Η εκδήλωση μεταδόθηκε σε απ’ ευθείας σύνδεση από το καλωδιακό SIGMA LIVE .
Ο κύκλος των διαλέξεων με θέμα « Η Κυπριακή Δημοκρατία μετά το 1974», ολοκληρώνεται την ερχόμενη Τετάρτη, 18 Μαρτίου 2015, με βασικό ομιλητή, τον πρόεδρου του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, κοινωνιολόγο Δρ. Νίκο Περιστιάνη.